-
1 ἰνδάλλομαι
Aἰνδάλθην Lyc.597
,961, Max.163:—appear, seem,ἄλλοι μοι δοκέουσι παροίτεροι ἔμμεναι ἵπποι, ἄλλος δ' ἡνίοχος ἰνδάλλεται Il.23.460
;ἰνδάλλετο δέ σφισι πᾶσι τεύχεσι λαμπόμενος μεγαθύμου Πηλεΐωνος 17.213
(- θύμῳ -ωνι Aristarch.
, cf. 2), cf. Od.3.246, h.Ven. 178: ὥς μοι ἰνδάλλεται ἦτορ as my memory seems to me, or perh., as my heart pictures him, Od.19.224; also in [dialect] Att.,ὥστ' ἔμοιγ' ἰνδάλλεται ὁμοιότατος κλητῆρος εἶναι πωλίῳ Ar.V. 188
; τοῦτο γάρ μοι ἰ. διανοουμένη [ἡ ψυχή], οὐκ ἄλλο τι ἢ διαλέγεσθαι it seems to me to be merely engaged in a dialogue, Pl. Tht. 189e;τὰ δι' ὀφθαλμῶν ἰνδαλλόμενα ἡμῖν Arist.Mu. 397b18
, cf. lamb.Myst.2.3; flash on one's mind, ἀμφὶ δὲ.. μεληδόνες ἰνδάλλοντο appeared, A.R.3.812, cf. 2.545.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἰνδάλλομαι
Перевод: со всех языков на английский
с английского на все языки- С английского на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский